-

Αόρατος της Αμάντας Αγγελέτου

Άγγιγμα εσύ στα μαλλιά, φύσημα βραδινού ανέμου κι εγώ εκεί αμίλητη – ίδια η κόρη της μελαγχολίας. Το μόνο που τραβάει την προσοχή ένα μοναχικό φωτάκι στ’ανοιχτά, φάρος σε ψαροκάικο. Περίσσευαν τα λόγια. Μοναδικός και μόνος ο ήχος απ’το κύμα, μου θύμιζε παράσιτα από μισοχαλασμένο τρανζιστοράκι – δύο φιγούρες μαζί και πάλι τόσο μόνες , σα να ‘χαν να μοιράσουν μυστικά . Ξένοι σχεδόν .. Ξένη κι η θάλασσα· αντάριαζε για να με πνίξει σαν να την ενοχλούσα που στεκόμουν και τη χάζευα, κορίτσι που ντρεπόταν και μου θύμωνε από αμηχανία. Συνέχισα έντονα και πήγαινα κοντά αποζητώντας μια κάποια προσοχή της. Σα να ‘χε κλέψει αυτή τον έpωτα μου. Την κοίταζα στα μάτια· έντονη, άγρια, ορμητική, παθιασμένη – κάποια μου θύμισε. Τόσο γνώριμος αυτός ο χαρακτήρας και οικείος , μα λίγο ξεχασμένος. Έμοιαζε με χαρτί κιτρινισμένο ελαφρώς , ακόμα φυλαγμένο στο συρτάρι. Ξάπλωσα στον αφρό της· άγγιγμα στα μαλλιά. Νύσταξα ξαφνικά , ήταν για να σε ψάξω. Περίσσευαν τα λόγια. Αμάντα Αγγελέτου Πηγή:mikreskathimerinesistoriesnow.wordpress.com

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΗ